κ. Γιγαντιαία ορχιδέα
Εύρωστη, πολυετής κονδυλοφόρα πόα με ύψος που κυμαίνεται, συνήθως, μεταξυ των 25 και 80 εκ. Ο βλαστός του φυτού είναι παχύς και κοκκινοπράσινος προς την κορυφή ενώ τα φύλλα της βάσης του είναι σαρκώδη, γυαλιστερα πράσινα και εμφανίζονται σχεδόν όρθια σε ρόδακα. Τα ανώτερα προς τον βλαστό φύλλα είναι μικρότερα, βρακτιόμορφα και τείνουν προς τον άξονα του βλαστού (είναι σχεδόν παράλληλα με αυτόν).
Η ταξιανθία της συγκεκριμένης ορχιδέας είναι πυκνή και σχεδόν κυλινδρική, με συνήθως 25 έως 60 εύοσμα άνθη τα οποία από μακριά μπορεί να φαίνονται καστανόχρωμα. Τα σέπαλα των ανθέων είναι ιώδη ή πρασινόχρωμα και μπορεί να φέρουν στίγματα. Τα σέπαλα στο άνω τμήμα του άνθους σχηματίζουν μαζί με δυο πέταλα κάλυπτρο, το οποίο φέρει εσωτερικά ιώδη στίγματα. Το χείλος του άνθους είναι ποικιλόχρωμο (ροδοϊώδες, πράσινο ή λευκωπό), ενώ συνήθως φέρει ιώδη στίγματα στο κέντρο του.
Η γιγαντιαία ορχιδέα οφείλει την κοινή της ονομασία στο μεγάλο της μέγεθος και παρότι αυτό την καθιστά εντυπωσιακή, ο χρωματισμός των ανθέων της (εκ του μακρόθεν, τουλάχιστον) είναι μάλλον αδιάφορος χωρίς να "χτυπά" στο μάτι.
Απαντά σε όλη την περιοχή της Μεσογείου, από το Μαρόκο έως την Ανατολία και τις ΒΔ ακτές της Ισπανίας, σε ηλιόλουστες ή ελαφρώς σκαισμένες θέσεις, σε χαμηλά χέρσα ποολίβαδα,θαμνώνες, ελαιώνες και ανοιχτές δασικές εκτάσεις.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου φυτού είναι η πολύ πρώιμη ανθοφορία του, η οποία ξεκινά από τον Γενάρη ή σπανιότερα ακόμη και τον Δεκέμβρη, με αποτέλεσμα την Άνοιξη τα περισσότερα άτομα να βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο καρποφορίας.
Φωτ. (1), (2) & (3), 04/04/2015, Παρακοπή