Σημειώσεις

- Η εξάπλωση του κάθε είδους στη Σύρο αναφέρεται αποκλειστικά στις περιοχές όπου αυτό απαντήθηκε απο τον γράφοντα.
- Η λεζάντα κάθε εικόνας εμφανίζεται όταν αφήσετε τον κέρσορα του ποντικιού πάνω στην φωτογραφία.

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015

Linaria triphylla (L.) Mill.

Λιναρία η τρίφυλλος

Ετήσια πόα μικρού ή μεσαίου μεγέθους (ύψος μεταξύ 10 - 40 εκ.) η οποία διακρίνεται εύκολα λόγω της πυκνής κορυφαίας ταξιανθίας του (βότρυς), η οποία φέρει μεγάλα τρίχρωμα άνθη καθώς και λόγω των γλαυκόχρωμων ωοειδών έως ελλειψοειδών φύλλων του βλαστού. Η διάταξη των φύλλων στο ίδιο άτομο μπορεί να ποικίλει μεταξύ της ανά 3 σε σπονδύλους που είναι και η συνηθέστερη και της κατ' εναλλαγή. 
Τα άνθη όπως προαναφέρθηκε είναι τρίχρωμα, κιτρινόλευκα με πορτοκαλί φάρυγγα, ενώ φέρουν και ιώδες και σπανιότερα πορτοκαλί, κυρτό πλήκτρο. Ο καρπός είναι κάψα.
Είδος των Μεσογειακών χωρών, απαντά σε καλλιεργούμενες εκτάσεις και χέρσους αγρούς.
Στη Σύρο θα το συναντήσουμε σποραδικά, σε χωράφια και γενικότερα σε ανοικτές θέσεις με εμφανή ανθρωπογενή παρέμβαση. 
Φωτ. (1) & (3), 05/03/2013 Δανακός, (2) 04/04/2015 Παρακοπή

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

Colus hirundinosus Cavalier & Séchier

Κόλος ο βδελόμορφος, ηλακάτη η βδελοειδής

Το συγκεκριμένο μανιτάρι αναπτύσσεται υπογείως και στη συνέχεια αναδύεται στο έδαφος έχοντας τη μορφή αυγού ή βολβού. Μετά αναπτύσσεται από το εσωτερικό του κατακόρυφα προς το έδαφος το σπογγώδες τμήμα του το οποίο έχει μορφή δικτυωτού πλέγματος, ύψους 4 έως 6 εκ. Το πλέγμα αποτελείται από 5 έως 12 βραχίονες, οι οποίοι προς την κορυφή σχηματίζουν ένα κοκκινόχρωμο δίκτυο από πολύγωνα, η επιφάνεια των οποίων καλύπτεται από ένα γλοιώδες, δύσοσμο υγρό το οποίο περιέχει τα σπόρια. Είναι ένα μικρό μανιτάρι το οποίο εύκολα μπορεί να μην το προσέξεις. Η μυρωδιά του θυμίζει κόπρανα ή σάπιο κρέας και προσελκύει έντομα τα οποία διασπείρουν τα σπόρια.
Η μορφή του είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική με αποτέλεσμα να μην συγχέεται με κάποιο άλλο είδος. Πρόκειται για ένα ευρύτατα διαδεδομένο είδος το οποίο απαντά στην νότιο Ευρώπη, την Ασία, την Αφρική, την Αυστραλία και την Καραϊβική. Παρόλο το πλατύ εύρος της γεωγραφικής του εξάπλωσης το συγκεκριμένο μανιτάρι θεωρείται σπάνιο.
Στην Ελλάδα πρωτοπεριγράφηκε πρόσφατα (2002) και εμφανίζεται σε παραθαλάσσιες θέσεις, σε ανοικτούς θαμνώνες και φρύγανα.
Στη Σύρο, συλλέχθηκε και φωτογραφήθηκε σε παραθαλάσσια θέση που κυριαρχεί η Lavandula stoechas (λεβάντα).
Φωτ. (1), (2), (3) & (4), 06/01/2011 Κόμητο.

Phallus impudicus L.

Φαλλός ο ξεδιάντροπος, κ. βρωμομανίταρο, κερατιλίκι

[Περπατάμε σήμερα σε διαφορετικά μονοπάτια από τα συνηθισμένα, ασχολούμενοι με τη μυκητοχλωρίδα (κάτι το οποίο δεν κατέχω ιδιαίτερα) αλλά καθώς το φωτογραφικό υλικό υπάρχει και η αναγνώριση των ειδών είναι ασφαλής, δε βλέπω το λόγο να μην ξεμακρύνω λίγο από τον τίτλο του ιστολογίου και με συναίσθηση της "αμαρτίας" μου να συμπεριλάβω και κάποια μανιτάρια.]



Το συγκεκριμένο μανιτάρι αναπτύσσεται αρχικά υπογείως και στη συνέχεια εμφανίζεται στην επιφάνεια του εδάφους με τη μορφή μικρού λευκόχρωμου αυγού, λείου ή ελαφρώς πτυχωτού. Στη συνέχεια το στέλεχος αναπτύσσεται, επιμηκύνεται και σχίζει το κάλυμα του "αυγού" (περίδιο), τα υπολείμματα του οποίου σχηματίζουν μια μικρή θήκη στη βάση του. Το στέλεχος είναι λευκόχρωμο, κυλινδρικό, μαλακό, σπογγώδες και κενό εσωτερικά.Η κεφαλή του στελέχους έχει μορφή βαλάνου, η επιφάνεια της φέρει ρηχές κυψέλες και καλύπτεται από ένα γλοιώδες λαδοπράσινο ύγρο το οποίο περιέχει τα σπόρια. Το υγρό αυτό είναι ιδιαίτερα δύσοσμο (το συγκεκριμένο μανιτάρι πρώτα το μυρίζεις και μετά το βλέπεις) ώστε να προσεκλύει έντομα τα οποία χρησιμοποιεί για τη διασπορά των σπορίων τους.
Η ιδιαίτερη και χαρακτηριστική του μορφή είναι αυτή που του έδωσε και το επιστημονικό όνομα, Φαλλός. Μάλιστα, σύμφωνα με την παράδοση, στη βικτωριανή Αγγλία, αρκετοί "ενάρετοι" πολίτες θεωρώντας πως το φαλλικό σχήμα του συγκεκριμένου μανιταριού "σκανδαλίζει τα ήθη", το κατέστρεφαν στο στάδιο του αυγού, πριν αναπτυχθεί το στέλεχος του και καρπίσει. 
Θεωρείται αρκετά συνηθισμένο είδος το οποίο εμφανίζεται σε μεγάλους αριθμούς.
Στη Σύρο, έχει απαντηθεί μια φορά σε θαμνώνες πουρναριού και αρευστιάς.
Φωτ. (1), (2), (3) & (4), 29/12/2010, Επισκοπείο

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Gladiolus illyricus W. D. J. Koch

Ξιφίον το ιλλυρικό
κ. σπαθόχορτο, σπαθίνακας, αγριοκόκκορος, γλαδιόλα

Πρόκειται για μια πολυετή, βολβώδη πόα το ύψος της οποίας δεν ξεπερνά τα 50 εκ.
Τα άνθη του γένους είναι ζυγόμορφα (έχουν μόνο ένα άξονα συμμετρίας) και φέρονται από 3 έως 10 σε στάχυ, ο οποίος σπανιότερα εμφανίζει και δευτερεύοντες κλάδους (συνήθως στα μεγαλύτερου μεγέθους άτομα). Το περιάνθιο είναι κοκκινο-ιώδες με τα κατώτερα πέταλα να φέρουν ενίοτε λευκόχρωμες κηλίδες ή γραμμώσεις, ενώ οι ανθήρες των στημόνων είναι ισομήκεις ή κοντύτεροι των νημάτων. 
Τα σπέρματα του φυτού φέρουν πτερύγιο και περιέχονται σε αντίστροφα ωοειδείς  ή ελλειψοειδείς κάψες.
Είδος με ιδιαίτερα έντονη ποικιλομορφία σε ότι αφορά τη μορφή των φύλλων και των ανθέων του. Προσωπικά, η ασφαλής αναγνώριση των δειγμάτων ήταν αρκετά δύσκολη καθώς τα είδη που απαντούν στην Ελλάδα διακρίνονται δύσκολα μεταξύ τους και απαιτείται η γνώση αρκετών διαφορετικών χαρακτήρων οι οποίοι είναι διαθέσιμοι σε διαφορετικές εποχές του έτους. 
Το γένος Gladiolus αποτελείται από περίπου 180 είδη τα οποία απαντούν, κυρίως στην Β. Αφρική, με "ολιγομελή" αντιπροσώπευση του στη Μεσόγειο και την Δ. Ασία.
Το ξιφίον το ιλλυρικό απαντά στην κεντρική, δυτική και νότιο Ευρώπη σε ανοικτά δάση, θαμνώνες, φρύγανα και χέρσες εκτάσεις, ενώ διάφορα είδη του γένους εμφανίζονται συχνά και ως ζιζάνια καλλιεργούμενων εκτάσεων. 
Το σπαθόχορτο πιθανόν να ήταν ο υάκινθος των αρχαίων Ελλήνων, ο οποίος σύμφωνα με τη μυθολογία φύτρωσε από το αίμα του Υάκινθου που σκότωσε κατά λάθος ο θεός Απόλλωνας και για τον λόγο αυτό, σύμφωνα πάντα με το μύθο, σχηματίζονται στα πέταλα του φυτού τα γράμματα ΥΑ.
Η γλαδιόλα ονομάζεται και σπαθόχορτο λόγω του σχήματος των φύλλων της που ομοιάζουν με σπαθιά και δεν θα πρέπει να συγχέεται με το σπαθόχορτο (Hypericum sp.) από το οποίο παράγεται το σπαθόλαδο και το οποίο πήρε την ονομασία του λόγω της χρήσης του για την επούλωση τραυμάτων τα οποία είχαν προκληθεί από ξίφη. 
Στη Σύρο, έχει κατά καιρούς αναφερθεί η ύπαρξη δυο ειδών άγριας γλαδίολας, του προαναφερθέντος και του G. italicus. Επίσης, στο "Vascular plants of Greece: an annotated checklist" (2014), αναφέρεται για τις Κυκλάδες μόνο η ύπαρξη του είδους G. italicus.
Tα φυτά, όμως,  τα οποία μέχρι στιγμής έχουν απαντηθεί ανήκουν στο είδος G. illyricus, οπότε παραμένει ακόμη με ερωτηματικό η ύπαρξη του δεύτερου είδους στο νησί. Κατά κανόνα, τα φυτά εμφανίζονται μεμονωμένα ή ανά λίγα άτομα μέσα σε φρυγανότοπους, χωρίς να σχηματίζουν μεγάλους πληθυσμούς. 

Φωτ. (1) & (2), 06/04/2010 Γαλησσάς, (3), 13/05/2015 Αμπέλα.



Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2015

Serapias carica (H. Baumann & Künkele) P. Delforge

Πολυετής κονδυλόριζα πόα με ύψος που δεν ξεπερνά τα 35 εκ. Τα φύλλα του φυτού στη βάση του είναι λογχοειδή και χωρίς στίγματα ενώ τα ανώτερα είναι μικρότερα και βρακτιόμορφα. 
Η ταξιανθία αποτελείται από σκουρόχρωμα, μεγάλα σε μέγεθος άνθη. Τα άνθη είναι σταχτο-ιώδη στο εξωτερικό τους με ιώδεις νευρώσεις και ιώδη στο εσωτερικό τους, φέροντα ανοιχτόχρωμες τρίχες οι οποίες φτάνουν μέχρι την άκρη του επιχειλίου. Τα βράκτεα των ανθέων είναι ομοιόχρωμα με τα άνθη και μικρότερα ή ισομήκη του καλύπτρου (θόλου) του άνθους. 
Η ανθοφορία λαμβάνει χώρα μεταξύ Μαρτίου και Απριλίου, με το φυτό να απαντά σε ηλιόλουστες ή ελαφρώς σκιασμένες θέσεις σε φρύγανα, θαμνώνες, ελαιώνες και χέρσους αγρούς.
Είδος των νησιών του Αιγαίου Πελάγους (Κυκλάδες, νησιά Αν. Αιγαίου) και των Μεσογειακών ακτών της Ανατολίας.
Το γένος Serapias οφείλει το όνομα του στον θεό της γονιμότητας Serapis, ο οποίος λατρεύονταν στην αρχαία Αίγυπτο. Ο Διοσκορίδης ήταν αυτός που χρησιμοποίησε πρώτη φορά την ονομασία Serapias για να περιγράψει μια ορχιδέα η οποία πιθανότατα να θεωρούνταν πως έχει αφροδισιακές ιδιότητες. 
Είναι ένα Μεσογειακό γένος με εύρος εξάπλωσης προς δυσμάς από τις Αζόρες και τις Κανάριες νήσους προς ανατολάς μέχρι τον Καύκασο και φτάνοντας βόρεια μέχρι την Βρεττάνη. Ως γένος είναι εύκολα διακριτό από τα υπόλοιπα γένη ορχιδέων, λόγω των χαρακτηριστικών ανθέων του, όμως αποτελείται από πολυάριθμα είδη τα οποία ομοιάζουν αρκετά μεταξύ τους, καθιστώντας κατά συνέπεια την ασφαλή αναγνώριση τους δύσκολη. 
Το συγκεκριμένο είδος όπως και η μονανθής ποικιλία του κατατάσσονται από την Euro+Med Plantbase, στο υποείδος Serapias orientalis (Greuter) H. Baumann & Künkele subsp. orientalis, μαζί με αρκετά ακόμη taxa (π.χ. Serapias patmia, S. cycladum κ.α.)  τα οποία θεωρούνται από διάφορους ερευνητές ως διακριτά είδη. 
Στη Σύρο, εκτός από το τυπικό είδος, το οποίο είναι αρκετά σύνηθες, απαντά και η ποικιλία Serapias carica var. monantha (φωτ. 3), η οποία μορφολογικά είναι όμοια με την S. carica, όμως τα φυτά της ποικιλίας αυτής είναι κοντύτερα και φέρουν μόνο ένα άνθος. Η ποικιλία αυτή περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1999 από το νησί της Κιμώλου και έκτοτε η εμφάνιση της έχει αναφερθεί από διάφορα νησιά των Κυκλάδων (Άνδρος, Τήνος, σύμπλεγμα Μήλου, Πάρος, Αντίπαρος, Αμοργός, Αστυπάλαια). Θεωρείται ως τοπικό και σπάνιο και συχνά εμφανίζονται μεμονωμένα άτομα μαζί με το τυπικό S. carica και σπανίως σχηματίζουν αμιγείς πληθυσμούς. 
Ο P. Delforge, αναφέρει στα σχόλια του για ένα άλλο μονανθές, είδος αυτή τη φορά, Serapias, τη S. cycladum,  πως για άγνωστους λόγους, μονανθή άτομα Serapias είναι συχνά στις Κυκλάδες και συνήθως ανθίζουν τον Απρίλιο.


Φωτ. (1) 01/04/2015 Αζόλιμνος, (2) 07/04/2014 Γριά Σπηλιά & (3) 15/04/2015 Γριά Σπηλιά.

 

Σάββατο 22 Αυγούστου 2015

Himantoglossum robertianum (Loisel.) P. Delforge

κ. Γιγαντιαία ορχιδέα

Εύρωστη, πολυετής κονδυλοφόρα πόα με ύψος που κυμαίνεται, συνήθως, μεταξυ των 25 και 80 εκ. Ο βλαστός του φυτού είναι παχύς και κοκκινοπράσινος προς την κορυφή ενώ τα φύλλα της βάσης του είναι σαρκώδη, γυαλιστερα πράσινα και εμφανίζονται σχεδόν όρθια σε ρόδακα. Τα ανώτερα προς τον βλαστό φύλλα είναι μικρότερα, βρακτιόμορφα και τείνουν προς τον άξονα του βλαστού (είναι σχεδόν παράλληλα με αυτόν).
Η ταξιανθία της συγκεκριμένης ορχιδέας είναι πυκνή και σχεδόν κυλινδρική, με συνήθως 25 έως 60 εύοσμα άνθη τα οποία από μακριά μπορεί να φαίνονται καστανόχρωμα. Τα σέπαλα των ανθέων είναι ιώδη ή πρασινόχρωμα και μπορεί να φέρουν στίγματα. Τα σέπαλα στο άνω τμήμα του άνθους σχηματίζουν μαζί με δυο πέταλα κάλυπτρο, το οποίο φέρει εσωτερικά ιώδη στίγματα. Το χείλος του άνθους είναι ποικιλόχρωμο (ροδοϊώδες, πράσινο ή λευκωπό), ενώ συνήθως φέρει ιώδη στίγματα στο κέντρο του.
Εϊδος με σχετικά σταθερούς χαρακτήρες. Ενίοτε εμφανίζονται υπόχρωματικά άτομα με πράσινο κάλυπτρο στο άνθος και λευκόχρωμο χείλος με πράσινόχρωμες παρυφές.
Η γιγαντιαία ορχιδέα οφείλει την κοινή της ονομασία στο μεγάλο της μέγεθος και παρότι αυτό την καθιστά εντυπωσιακή, ο χρωματισμός των ανθέων της (εκ του μακρόθεν, τουλάχιστον) είναι μάλλον αδιάφορος χωρίς να "χτυπά" στο μάτι.
Απαντά σε όλη την περιοχή της Μεσογείου, από το Μαρόκο έως την Ανατολία και τις ΒΔ ακτές της Ισπανίας, σε ηλιόλουστες ή ελαφρώς σκαισμένες θέσεις, σε χαμηλά χέρσα ποολίβαδα,θαμνώνες, ελαιώνες και ανοιχτές δασικές εκτάσεις.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου φυτού είναι η πολύ πρώιμη ανθοφορία του, η οποία ξεκινά από τον Γενάρη ή σπανιότερα ακόμη και τον Δεκέμβρη, με αποτέλεσμα την Άνοιξη τα περισσότερα άτομα να βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο καρποφορίας. 
Στη Σύρο: Η ύπαρξη του αναφέρεται για πρώτη φορά και πρόκειται για ένα μάλλον σπάνιο είδος για το νησί.
Φωτ. (1), (2) & (3),  04/04/2015, Παρακοπή

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2015

Anacamptis x callithea E. Klein

κ. ορχιδέα

Πρόκειται για το υβρίδιο που προκύπτει μεταξύ των Anacamptis sancta και A. coriophora και παρουσιάζει ενδιάμεσους των δυο ειδών χαρακτήρες, κυρίως σε ότι αφορα τη μορφολογία των ανθέων, τα οποία μοιάζουν, μακροσκοπικά, περισσότερο με αυτά της A. sancta, με το χείλος τους όμως να φέρει ροδοιώδη στίγματα, χαρακτηριστικά της A. coriophora ή κηλίδες. 
Στη Σύρο: έχει απαντηθεί σε μία μόνο θέση (χέρσος αγρός) στην Παρακοπή όπου τα δυο προαναφερθέντα είδη συνυπάρχουν.
Φωτ. (1), (2), (3) & (4), 06/05/2014, Παρακοπή.

Σάββατο 18 Ιουλίου 2015

Anacamptis coriophora (L.) R. M. Bateman, Pridgeon & M. W. Chase

κ. ορχιδέα 
Πολυετής πόα με ύψος κατά την άνθηση, που κυμαίνεται μεταξύ 15 και 40 εκ. και σπανιότερα έως τα 60 εκ. Ο βλαστός πράσινος με φύλλα σε σχεδόν όλο του το μήκος. Η ταξιανθία είναι πυκνή και κυλινδρική έως ωοειδής και φέρει πολυάριθμα βαθυκόκκινα έως ελαιοπράσινα, άνθη, ενίοτε με ροδόχρωμες κηλίδες και μυρωδιά εντόμων.
Είδος της Κεντρικής και Νότιου Ευρώπης, με εξάπλωση προς ανατολάς μέχρι τη Ρουμανία και την Ουγγαρία. Απαντά σε υγρές και ηλιόλουστες θέσεις.
Στη Σύρο απαντά το υποείδος, Anacamptis coriophora subsp. fragrans (Pollini) R. M. Bateman, Pridgeon & M. W. Chase, το οποίο ορισμένες φορές λογίζεται ως ξεχωριστό είδος (Anacamptis fragrans (Pollini) Bateman) ενώ η Euro+Med Plantbase το εντάσσει στο είδος Anacamptis coriophora, χωρίς να το θεωρεί διακριτό υποείδος. 
Το subsp. fragrans διακρίνεται από το τυπικό υποείδος λόγω του λεπτότερου βλαστού του ο οποίος φέρει λιγότερα φύλλα και τα άνθη είναι περισσότερο ανοιχτόχρωμα, εμφανίζουν μεγαλύτερη ποικιλομορφία και έχουν μια ευχάριστη μυρωδιά βανίλιας. Επίσης,  ο μεσαίος λοβός του χείλους είναι συνήθως μακρύτερος των πλευρικών και λιγότερο στραμμένος προς τα κάτω. 
Απαντά στην περιοχή της Μεσογείου, προς ανατολάς, μέχρι το Ιράν, σε ανοιχτές και συχνά ξηρές θέσεις σε ποολίβαδα, θαμνώνες, φρύγανα ή ανοιχτά δάση. Θεωρείται αρκετά διαδεδομένο στην περιοχή εμφάνισης του και συχνά απαντά εν αφθονία. 
Η διάκριση από το τυπικό υποείδος είναι συνήθως εύκολη στο μεγαλύτερο εύρος της γεωγραφικής του εξάπλωσης, όμως σε ορεινές περιοχές της Μεσογείου και της Ανατολίας οι πληθυσμοί τους εμφανίζουν ενδιάμεσα χαρακτηριστικά τα οποία δημιουργούν προβλήματα στη σαφή διάκριση τους. 
Στην περιοχή μας υβριδίζει με την Anacamptis sancta
To συγκεκριμένο φυτό φαίνεται να είναι αρκετά σπάνιο στο νησί της Σϋρου. Απαντήθηκε σε μια θέση στην Παρακοπή  (χέρσος αγρός), η οποία φέτος (2015) βοσκήθηκε με αποτέλεσμα να μην εμφανιστούν φυτά. 
Φωτ.(1), (2), (3), (4) & (5),  06/05/2014, Παρακοπή.



 

Τρίτη 19 Μαΐου 2015

Anacamptis sancta (L.) R. M. Bateman, Pridgeon & M. W. Chase

Όρχις η Ιερή
 κ. ορχιδέα
Πολυετές, ριζωματώδες ποώδες φυτό το ύψος του οποίου κυμαίνεται μεταξύ 15 και 45 εκ. Φέρει 5 έως 15 γραμμοειδή έως λογχοειδή φύλλα χωρίς στίγματα, τα οποία συνήθως είναι ήδη ξερά κατά την εποχή ανθοφορίας του φυτού. 
Τα άνθη του είναι σχετικά μεγάλα, ελαφρώς αρωματικά, ροδόχρωμα, ιώδη ή κοκκινόχρωμα και φέρονται πολλά μαζί σε κυλινδρικές ταξιανθίες. Το κάλυπτρο του άνθους (κουκούλα) είναι επιμήκες, έντονα οξύληκτο και ενίοτε πρασινωπό, ενώ το χείλος του είναι τρίλοβο, χωρίς στίγματα, με ρομβοειδείς και οδοντωτούς πλευρικούς λοβούς. Ο κεντρικός λοβός του χείλους είναι επιμήκης έως λογχοειδής, λειόχειλος με κλίση προς τον βλαστό του φυτού. Το σπιρούνι του άνθους είναι κωνικό, κατανεύον με έντονη καμπύλωση. 
Το ειδικό επίθετο "Ιερή", αποτελεί μια αναφορά στους Αγίους Τόπους, στην Παλαιστίνη όπου και περιγράφηκε για πρώτη φόρα το είδος. 
Είδος της Ανατολικής Μεσογείου, θεωρείται πολύ σπάνιο και απαντά τοπικά σε ηλιόλουστες ή ελαφρώς σκιασμένες θέσεις σε θαμνώνες, χέρσα ποολίβαδα, φρύγανα και ανοικτά δάση. 

Η συγκεκριμένη ορχιδέα θεωρείται αρκετά σταθερή αναφορικά με τα διαγνωστικά χαρακτηριστικά της και υβριδίζει μόνο με την A. fragrans (A. x callithea E. Klein).









 

Στη Σύρο: είναι μια από τις πιο κοινές ορχιδέες του νησιού και αποτελεί χαρακτηριστικό φυτό της συριανής χλωρίδας, το οποίο σχεδόν πάντα θα δει ο περιπατητής αργά την άνοιξη ή νωρίς το καλοκαίρι. Απαντά σε φρύγανα, θαμνώνες, ποολίβαδα και πρανή δρόμων σε όλο το νησί. 
Φωτ. (1) 06/05/2014 Αζόλιμνος, (2) 15/05/2014 Παρακοπή, (3), 03/05/2012 Επισκοπείο (4) & (5) 15/05/2014 Παρακοπή

Anacamptis pyramidalis (L.) Rich.



Ανάκαμπτις η πυραμιδοειδής   
κ. ορχιδέα
Πολυετής κονδυλώδης πόα με ύψος που φτάνει τα 60 ή σπανιότερα τα 80 εκ., με 4 έως 10 φύλλα. 
Τα άνθη του φυτού είναι σχετικά μικρά, ροδόχρωμα έως έντονα ιώδη, ενίοτε κόκκινα ή λευκά. Φέρονται πολλά μαζί σε αρχικά κωνικές, πυραμιδοειδής (εξού και η ονομασία της) ταξιανθίες οι οποίες εν συνεχεία επιμηκύνονται. 
Το ραχιαίο σέπαλο μαζί με τα πέταλα σχηματίζουν ένα κάλυπτρο (κουκούλα). Το χείλος του άνθους έχει σχήμα βεντάλιας και χωρίζεται σε τρεις λοβούς, ενώ φέρει και δυο σχεδόν παράλληλα πτερύγια στη βάση του. Ο μεσαίος λοβός του χείλους είναι ελαφρώς μακρύτερος και συχνά στενότερος, των δυο πλευρικών.
Η συγκεκριμένη ορχιδέα είναι αρκετά χαρακτηριστική λόγω της δομής του άνθους της, παρόλα αυτά παρουσιάζει ιδιαίτερη ποικιλομορφία σε ότι αφορά το μέγεθος του φυτού, το σχήμα της ταξιανθίας, το βάθος των κόλπων του χείλους του καθώς και του χρώματος του. 
Είναι είδος Μεσογειακό - Ατλαντικό, με ευρεία εξάπλωση, από το Μαρόκο μέχρι την Κασπία Θάλασσα και τα νησιά της Βαλτικής, το οποίο απαντά σε ξηρές θέσεις, ποολίβαδα, θαμνώνες και φρύγανα. Κατά καιρούς έχουν διακριθεί πολυάριθμες ποικιλίες λόγω των πολλών ενδιάμεσων μορφών που παρατηρούνται σε όλο το εύρος εξάπλωσης του, οι οποίες όμως σύμφωνα με τον P. Delforge (2005), μάλλον έχουν μικρή εξελικτική σημασία. 
Τα άνθη του φυτού γονιμοποιούνται από πολλά είδη πεταλούδων και νυχτοπεταλούδων. 
Στη Σύρο: το συγκεκριμένο είδος είναι πολύ διαδεδομένο και αποτελεί μια από τις συχνότερα απαντώμενες ορχιδέες του νησιού. Τα φυτά στο νησί κατατάσσονται στην var. brachystachys (D'Urv.) Boiss., μια ποικιλία που απαντά κυρίως στο ανατολικό τμήμα της γεωγραφικής εξάπλωσης του είδους αλλά και στην Πορτογαλία και χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη φύλλων μικρότερου μεγέθους και τις πιο κοντές και περισσότερο σφαιρικές ταξιανθίες που φέρουν ανοικτώς ροδόχρωμα ή λευκόχρωμα άνθη.








Φωτ. (1) 15/04/2014 Επισκοπείο, (2) 26/04/2011 ρέμα Βαρβαρούσας, (3) 05/05/2015 Επισκοπείο, (4) 18/04/2015 Παρακοπή, (5) 26/04/2011 ρέμα Βαρβαρούσας & (6) 13/05/2015 Σύριγγας

Τρίτη 12 Μαΐου 2015

Anacamptis papilionacea (L.) R. M. Bateman, Pridgeon & M. W. Chase

Ανάκαμπις η ψυχανθής
κ. ορχιδέα
 Πολυετές κονδυλώδες, ποώδες φυτό με ύψος κατά την άνθηση μεταξύ 15 με 40 εκ. (σπανιότερα έως 55 εκ.). 
Τα φύλλα του φυτού είναι γραμμοειδή - λογχοειδή, πράσινα, χωρίς στίγματα. Τα άνθη φέρονται πολλά μαζί σε πυκνές (τουλάχιστον αρχικά) ταξιανθίες, με την άνθηση να λαμβάνει χώρα μεταξύ Φεβρουαρίου και Μάρτη. Τα άνθη είναι ροδόχρωμα, ιώδη, κοκκινόχρωμα ή ροδοϊώδη και το χείλος του άνθους έχει σχήμα βεντάλιας και είναι από λευκόχρωμο έως ροδόχρωμο, συνήθως με γραμμοειδή στίγματα. 
Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ποικιλόμορφο είδος το οποίο περιλαμβάνει ένα "μωσαϊκό" μορφών οι οποίες διαφέρουν ώς προς το μέγεθος των ανθέων, το χρώμα τους και τα στίγματα που φέρουν τα χείλη τους. Σύμφωνα με τον P. Delforge (2005) Orchids of Europe, North Africa and the Middle East, οι διαφορές αυτές δεν δικαιολογούν την διάκριση των taxa σε διαφορετικά υποείδη, παραμόνο σε ποικιλίες. Αρκετοί, όμως ερευνητές διαφωνούν με τη συγκεκριμένη άποψη και διακρίνουν το είδος σε διαφορετικά υποείδη. 
Η συγκεκριμένη ορχιδέα είναι από τις πιο συνηθισμένες της Μεσογειακής Ευρώπης και εξαπλώνεται προς ανατολάς μέχρι την Κασπία Θάλασσα. Απαντά σε ηλιόλουστες έως ελαφρώς σκιασμένες θέσεις, σε ξηρά ποολίβαδα, θαμνώνες, φρυγανότοπους και ανοιχτά δάση, συχνά σε μεγάλους αριθμούς.

Στη Σύρο: στο νησί απαντά η var. heroica (E.D. Clarke) P. Delforge, η οποία διακρίνεται από την κοντή και πυκνή ταξιανθία που αποτελείται από 2 έως 10 άνθη, σχετικά μεγάλα αναφορικά με το μήκος του βλαστού. Η κουκούλα που σχηματίζεται από τα πέταλα και τα σέπαλα του άνθους είναι συνήθως βαθυκόκκινη και ενίοτε ελαφρώς ιώδης, ενώ το χείλος του είναι συχνά λευκό και φέρει ροδόχρωμες, αλυκές ή ιώδεις,  ασυνεχείς γραμμές και τελείες ή σπανιότερα συνεχόμενες γραμμώσεις. Η συγκεκριμένη ποικιλία απαντά κυρίως στα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου.
Στη Σύρο θα συναντήσουμε την ορχιδέα αυτή σε φρύγανα στην Πάνω Μεριά, ενώ σε μεγάλους αριθμούς απαντά στην περιοχή της Αζολίμνου σε αντίστοιχες θέσεις.
Φωτ. (1), (2), (3), (4) & (5), Αζόλιμνος 19/03/2015

Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

Lotus tetragonolobus L.

κ. άσπαγος, θάταλα, τάταλα, μάνταλο.

Τριχωτή μονοετής πόα, με σύνθετα φύλλα αποτελούμενα από 5 φυλλάρια εκ των οποίων τα 2 είναι άμισχα και φέρονται στη βάση του φύλλου, κοντά στον βλαστό. Τα άνθη του φυτού είναι κόκκινα και μεγάλα, σε σχέση με αυτά των υπολοίπων ειδών του γένους και εμφανίζονται κατά κανόνα, μεμονωμένα ή σε ζεύγη φερόμενα σε μικρό ποδίσκο. Το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα του συγκεκριμένου είδους είναι ο καρπός του, ο οποίος είναι ένας κυλινδρικός χέδρωπας με 4 πτερύγια ύψους 2 έως 4 χιλ. 
Είδος των μεσογειακών χωρών, απαντά σε χαμηλά υψόμετρα, σε χλοερές εκτάσεις.
Οι νεαροί καρποί του είναι εδώδιμοι με τη γεύση τους να θυμίζει αυτή του σπαραγγιού. Εξού και η κοινή του φυτού ονομασία στα αγγλικά, "asparagus pea".
Στη Σύρο: απαντά σε όλο το νησί στις προαναφερθείσες περιοχές. 
Φωτ. (1), (2) & (3) 22/02/2013, Βάρη